“Η λέξη άσυλο αποτελείται από το στερητικό “α-” και το “συλάω-ώ” που σημαίνει αποσπώ, λεηλατώ. Δηλαδή, άσυλο σημαίνει τον τόπο καταφυγής που έχει θεσμιστεί κοινωνικά ως απαραβίαστος. Άσυλο μπορεί να ήταν ιεροί τόποι, ναοί, μέχρι ολόκληρες πόλεις που εξασφάλιζαν την παραμονή σε όποιον κατέφευγε εκεί. Στην ιστορία συναντάμε το άσυλο στις φυλές της Αυστραλίας, στους “άσπρους καταυλισμούς της ειρήνης” των ινδιάνων, τους ναούς στην αρχαία ελλάδα και τη ρώμη, τους χριστιανικούς ναούς μέχρι τα πανεπιστήμια.”*
* από την εφημερίδα δρόμου Άπατρις, φύλλο 15, Νοέμβρης 2011
Το άσυλο όχι μόνο στα λόγια αλλά και στην πράξη
Το άσυλο ήδη από την ετυμολογία του έχει συνδεθεί με τον χώρο, όπου οι διωκόμενοι της ιστορίας έβρισκαν καταφύγιο από την εξουσία. Το άσυλο ήταν απαραβίαστο και γι’ αυτό φρόντιζαν όσοι το υποστήριζαν με την ίδια τους την παρουσία. Δεν είναι τυχαίο ότι το άσυλο στην Ελλάδα θεσπίστηκε δια νόμου το δεκαετία του ‘80, μετά από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, την παρέμβαση του στρατού εκεί και τον θάνατο πολλών αγωνιζόμενων ανθρώπων. Παρ’ όλο που υπήρχε ήδη από τον 19ο αι. άτυπα, η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, υπόσχοντας τον σοσιαλισμό, πέρασε νόμο στην βουλή, ο οποίος μεταξύ άλλων περιείχε το εξής “το πανεπιστημιακό άσυλο συνίσταται στην απαγόρευση επέμβασης της δημόσιας δύναμης στους χώρους αυτούς [δηλαδή τους πανεπιστημιακούς] χωρίς την πρόσκληση ή την άδεια του αρμόδιου οργάνου…”.
Από τότε μέχρι σήμερα το άσυλο έχει καταργηθεί πολλάκις και ιδιαίτερα σε περιόδους έντονης κινητοποίησης του φοιτητικού κινήματος, με σκοπό την καταστολή του. Άλλωστε, αν εμμείνουμε μονάχα στη θεσμική κατοχύρωσή του παρατηρούμε ότι οι ίδιοι οι νόμοι που το κατοχύρωναν επέτρεπαν την είσοδο της αστυνομίας σε περίπτωση διάπραξης αυτόφωρων κακουργημάτων. Το άσυλο, λοιπόν, πέρα από σύμβολο αγώνων, δεν παύει να είναι και νόμος του κράτους και έτσι όπως θεσπίστηκε, μπορεί να παραβιάζεται και να καταργείται πάνω στο δόγμα του νόμου και της τάξης, αλλά και της υπεράσπισης της ελεύθερης διακίνησης ιδεών. Αυτά διαμηνύει και η κυβέρνηση ΝΔ υλοποιώντας στην πράξη για πρώτη φορά μετά την μεταπολίτευση την κατάργησή του, εννοώντας πως θα ανοίξει τελείως πια την πόρτα για την ιδιωτικοποίηση, την καταστολή των αγώνων και την είσοδο όλο και περισσότερων επιχειρήσεων στα πανεπιστήμια.
Η συνέχεια του κράτους
Το κράτος είναι συνεχές και οι στόχοι του είναι κοινοί, ανεξαρτήτως κυβέρνησης. Αυτό που διαφοροποιείται είναι οι μέθοδοι και η ρητορική του. Αυτό είναι σαφές αν δούμε τις δύο τελευταίες κυβερνήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αριστερό κόμμα, έχτιζε ένα επικοινωνιακό προφίλ υπέρ των αγώνων των καταπιεσμένων και του ασύλου. Από την αρχήν όμως της διακυβέρνησής του εκκένωσε πολλές καταλήψεις πανελλαδικά, υπογράφηκε η συμφωνία Ελλάδας-Τουρκίας, έγιναν επιχειρήσεις σκούπα έξω από την ΑΣΟΕΕ κ.α. Σε κάθε περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ, αν και εφάρμοζε πολιτικές καταστολής, οι διπλωματικοί χειρισμοί του κατάφερναν να κατευνάζουν τις αντιδράσεις, χωρίς να προκαλούν την κοινή γνώμη. Ουσιαστικά κατάφερε να αφομοιώσει ένα μεγάλο κομμάτι του κινήματος και να μειώσει τις αντιστάσεις, συνεχίζοντας τις πολιτικές διαχείρισης πληθυσμών, με στόχο την εξατομίκευση και την εξαθλίωση των ήδη υποτιμημένων κομματιών της κοινωνίας. Ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα των χειρισμών αυτών ήταν η περίπτωση των ΜΜΜ και του πανεπιστημιακού ασύλου. Όπως στα μέσα μεταφοράς ο έλεγχος και η πάταξη των αντιδράσεων επετεύχθη με τις μπάρες και τις ηλεκτρονικές κάρτες, αποκλείοντας και με φυσικό τρόπο πια όσους/ες δεν είχαν εισιτήριο, έτσι και με τα πανεπιστήμια θέλησε, ευτυχώς δεν πρόλαβε, να εισάγει προσωποποιημένες ηλεκτρονικές κάρτες εισόδου, εξασφαλίζοντας την ύπαρξη εντός των πανεπιστημίων μόνο μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας. Θα εξασφάλιζε λοιπόν εύκολα και γρήγορα τόσο την πειθάρχηση, όσο και τον έλεγχο του ποιος μπαίνει, ποιος βγαίνει, πότε και τι κάνει μέσα στο ίδρυμα. Πρόσχημα για αυτό ήταν η ανομία και η εγκληματικότητα που «κατέκλυζε» τις πανεπιστημιουπόλεις. Μία ρητορική για κλοπές και ναρκεμπόριο ήταν ό,τι χρειαζόταν για να νομιμοποιήσει την παρέμβασή του. Δυστυχώς, είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτό ότι δεν είναι η έλλειψη μπάτσων που ευνοεί το εμπόριο ναρκωτικών, αλλά η απουσία θέλησης καταπολέμησής του. Κράτος και παρακράτος δουλεύουν άψογα στα μαγαζιά του Γκαζίου και στην Ομόνοια, όπου παρά την μπατσοκρατία, το ναρκεμπόριο ανθίζει. Ο έλεγχος λοιπόν για το ποιοι/ες υπάρχουν και δραστηριοποιούνται εντός των σχολών δεν είχε στόχο το παρακράτος, αλλά τον αγωνιζόμενο κόσμο. Επρόκειτο για μία σαφή επιθυμία κατάργησης του ασύλου και εισόδου μπάτσων, με τη νομιμοποίηση όμως του κόσμου ότι ήταν καλές οι προθέσεις. Όμως γιατί το κράτος δεν μας θέλει στις σχολές; Γιατί το πανεπιστήμιο θέλει να έχει μία πολιτική ουδετερότητα και «καθαρότητα», ώστε να μπορεί να προσεγγίσει κάθε είδους επενδυτή και αφεντικό και οι αγωνιζόμενοι άνθρωποι και χώροι εντός του, του δημιουργούν μόνο προβλήματα στα σχέδιά του.
Η νέα κυβέρνηση συνεχίζει την πάγια κρατική πολιτική απέναντι στους αδύναμους και στον αγωνιζόμενο κόσμο, αλλά με τις δικές της μεθόδους. Η επίθεση όμως τώρα είναι πιο αναβαθμισμένη, τόσο σε επίπεδο βίας, όσο και μεθοδικότητας. Πάλι στο στόχαστρο μπαίνουν οι μετανάστριες/ες ως δυνάμει τρομοκράτες και χαραμοφάηδες, οι φτωχοί/ές επειδή είναι φτωχοί/ές, τα Εξάρχεια και το πολυπόθητο άσυλο(και οι βίγκαν λεσβίες μπαχαλομάγισσες). Πλέον η ρητορική περί ανομίας, δεν περιλαμβάνει τα ναρκωτικά ως κύριο πρόβλημα των πανεπιστημίων, αλλά τους μπαχαλάκηδες που εξορμούν από αυτά και προκαλούν ζημιές. Ξεκάθαρα δηλαδή δηλώνεται ότι στόχος είναι ο αγωνιζόμενος κόσμος και κάθε παρεκκλίνουσα φωνή, η οποία «απειλεί» την ασφάλεια των φιλήσυχων πολιτών. Η πολιτική αυτή ολοκληρώνεται με την έμπρακτη κατάργηση του ασύλου και το νέο επιχειρηματικό, ανταγωνιστικό και ιδιωτικοποιημένο πανεπιστήμιο. Η κατάργηση του ασύλου εξασφαλίζει την απαιτούμενη πειθάρχηση, τον έλεγχο και το φόβο σε συμβολικό και πρακτικό επίπεδο, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τα επόμενα μέτρα. Δηλαδή, διαγραφή αιώνιων φοιτητών/τριών και θέσπιση του ν+2, αριστεία, νέα επιχειρηματικά προγράμματα επενδύσεων κλπ. Ενδεικτικό της ιδιωτικοποίησης το πώς όλο και περισσότερο οι εργολαβίες διεισδύουν στα πανεπιστήμια και τις εστίες, υποβαθμίζοντας τις συνθήκες στέγασης και σίτισης των φοιτητριών/ών, αλλά και τις εργασιακές συνθήκες των εργαζομένων. Όλα αυτά βάλλουν και εντατικοποιούν τις σπουδές όλων εμάς που δουλεύουμε για να σπουδάσουμε, που δεν ψηνόμαστε να γλείφουμε καθηγητές, που δεν έχουμε καμία διάθεση να κυνηγήσουμε καριέρα κλπ. Γιατί στην τελική δεν ζούμε για να διαβάζουμε, να δουλεύουμε και να είμαστε παραγωγικές/οί, αλλά ταυτόχρονα βρίσκουμε χρόνο για να ζούμε και να οργανώνουμε τις αντιστάσεις μας.
Το άσυλο το φτιάχνουμε εμείς
Εμείς λοιπόν ξέρουμε ποιοι/ες είναι απέναντί μας και δεν τους εμπιστευόμαστε. Ξέρουμε ότι είτε υπάρχει το άσυλο είτε όχι, ανά πάσα στιγμή το καταργούν και το ξαναθεσπίζουν. Το μόνο που πραγματικά τους εμποδίζει είναι το περιθώριο που τους αφήνουμε. Η εναντίωση μας στην είσοδο της αστυνομίας ,οι κοινωνικοί-ταξικοί αγώνες, η όξυνση των αντιστάσεών μας και το ζωντάνεμα των χώρων που υπάρχουμε και ζούμε, όλα αυτά αποτελούν την έμπρακτη υπεράσπιση του ασύλου. Έχοντας κάνει κατάληψη εντός της εστίας, έχουμε επιλέξει να κλέψουμε αυτό το χώρο από το κράτος και το κεφάλαιο, που άλλωστε μας κλέβουν καθημερινά, για να δώσουμε ζωή στις ανάγκες και τις επιθυμίες μας. Δεν έχουμε καμιά τέλεια συνταγή για το πώς θα νικήσουμε αυτό τον πόλεμο. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι αν επενδύσουμε στον ατομικό δρόμο είμαστε χαμένες από χέρι. Άβατοι για το κράτος και την αστυνομία είναι μόνο οι χώροι που τους δίνουμε ζωή, τους φτιάχνουμε και μας χωράνε όλες και όλους μαζί.
ΧΩΡΟΙ ΑΒΑΤΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ
ΕΙΝΑΙ ΧΩΡΟΙ ΒΑΤΟΙ ΓΙΑ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
Common Multiple
Αυτοοργανωμένος κοινωνικός χώρος στη ΦΕΠΑ